Η μαιευτική επικεντρώνεται στη φροντίδα των γυναικών κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης, μέχρι τον τοκετό και τη γέννηση.
Οι περισσότερες κυήσεις ολοκληρώνονται, χωρίς επιπλοκές. Όταν απαιτείται επιπλέον βοήθεια, τα μαιευτικά φάρμακα της Ferring φημίζονται για την παροχή αποτελεσματικών επιλογών και προϊόντων με καλώς αποδεδειγμένο προφίλ ασφάλειας και αποτελεσματικότητας για τη μητέρα και το παιδί.
Η Ferring είναι μία ηγέτιδα δύναμη στο χώρο της μαιευτικής φροντίδας και συνεχίζει να διερευνά νέες θεραπείες για να μειώσει τον αριθμό των νεογνών που γεννιούνται πρόωρα
Κύριες θεραπευτικές κατηγορίες
Η Ferring είναι αφοσιωμένη στο να παρέχει θεραπείες που:
Η Ferring πρωτοπορεί στην βελτίωση της θεραπείας του πρόωρου τοκετού και προσπαθεί να μειώσει τον αριθμό των πρόωρων γεννήσεων, στοχεύοντας έτσι να ελαττώσει τον κίνδυνο θανάτου και σοβαρής αναπηρίας που συνδέονται με αυτόν. Η αιτιολογία του πρόωρου τοκετού είναι πολυπαραγοντική και περιλαμβάνει μία πολύπλοκη αλληλεπίδραση μεταξύ εμβρυϊκών, πλακουντιακών, μητρικών, τραχηλικών και άλλων παραγόντων.
Ο πρόωρος τοκετός αποτελεί την κυριότερη αιτία περιγεννητικής θνησιμότητας και νοσηρότητας, ειδικά στα πολύ πρόωρα νεογνά. Η θνησιμότητα είναι αντιστρόφως ανάλογη της ηλικίας κύησης: Η θνησιμότητα των προώρων νεογνών ηλικίας κύησης 24 εβδομάδων είναι 80%, ενώ στις 30 εβδομάδες κύησης το 90% των νεογνών επιβιώνει, με το ποσοστό αυτό να φθάνει άνω του 99% σε κυήσεις 40 εβδομάδων. Κάθε 24ωρο καθυστέρησης του τοκετού αυξάνει την πιθανότητα επιβίωσης κατά 3% Ο πρόωρος τοκετός ευθύνεται για μεγάλο μέρος της άμεσης ή απώτερης νεογνικής νοσηρότητας, πχ για το 50% των νευρολογικών προβλημάτων της παιδικής ηλικίας. Οι σημαντικότερες και σοβαρότερες επιπλοκές του έχουν άμεση σχέση με τη προωρότητα και για το λόγο αυτό η συχνότητα των επιπλοκών τους είναι αντιστρόφως ανάλογη της ηλικίας κύησης: σύνδρομο αναπνευστικής δυσχέρειας, νεκρωτική εντεροκολίτιδα, βρογχοπνευμονική δυσπλασία, ανοικτός βοττάλειος πόρος, υπερχολερυθριναιμία, άπνοια, νεφροπάθεια, εγκεφαλική αιμορραγία και σηψαιμία. Ο κίνδυνος σοβαρής αναπηρίας του πρόωρου νεογνού κυμαίνεται, από 54–65% στις 23 εβδομάδες κύησης έως <5% μετά από τις 30 εβδομάδες. Το οικονομικό κόστος του προώρου τοκετού είναι σημαντικό, αμέσως και εμμέσως, επειδή κάθε ημέρα παραμονής σε Μονάδα Εντατικής Νοσηλείας Νεογνών κοστίζει ακριβά ενώ η προωρότητα σχετίζεται με αυξημένα έξοδα για υγειονομική περίθαλψη των πρώην πρόωρου νεογνού λόγω των εμμενόντων χρονίων προβλημάτων που καταλείπονται.
Στόχος της Μαιευτικής παρέμβασης στην αντιμετώπιση του πρόωρου τοκετού και των επιπλοκών του είναι η όσο το δυνατόν μεγαλύτερη παράταση της κύησης. Η δόκιμη πρακτική περιλαμβάνει εισαγωγή στο Νοσοκομείο, κλινοστατισμό, παρακολούθηση και έλεγχο βιοχημικών και λοιπών δεικτών, χορήγηση κορτικοστεροειδών (για την αντιμετώπιση του συνδρόμου αναπνευστικής δυσχέρειας του νεογνού), ενδεχομένως χορήγηση αντιβιοτικών και χορήγηση φαρμάκων ικανών να αναστείλουν την δραστηριότητα του μυομητρίου (τοκολυτικών), γεγονός που θα επιτρέψει την ωρίμανση του εμβρύου μέσα στο φιλικό περιβάλλον του αμνιακού σάκου ή τουλάχιστον την καθυστέρηση του τοκετού ώστε να παρασχεθεί ο απαραίτητος χρόνος δράσης στα χορηγηθέντα κορτικοστεροειδή. Σκοπός της τοκόλυσης είναι η αύξηση των πιθανοτήτων επιβίωσης αλλά και της ποιότητας της υγείας του πρόωρου νεογνού.
Η πρόκληση τοκετού μπορεί να είναι αναγκαία όταν προκύπτουν ιατρικές επιπλοκές για τη μητέρα ή το μωρό, ή όταν ο φυσιολογικός τοκετός καθυστερεί. Μία καθυστέρηση στον τοκετό, όταν το έμβρυο είναι πλήρως αναπτυγμένο, δημιουργεί σοβαρό κίνδυνο για το έμβρυο, ο οποίος συνεχίζει να αυξάνεται εάν η εγκυμοσύνη υπερβεί τις 42 εβδομάδες. Συνολικά, περίπου μία στις πέντε εγκυμοσύνες μπορεί να απαιτήσουν πρόκληση τοκετού.
Η συνιστώμενη μέθοδος για την υποβοήθηση της πρόκλησης τοκετού, ιδιαίτερα όταν οι μεμβράνες γύρω από το μωρό δεν έχουν υποστεί ρήξη, είναι η χρήση ενός κολπικού σκευάσματος προσταγλανδίνης. Αυτό επιτρέπει στον τράχηλο της μήτρας να διασταλεί και να ξεκινήσουν οι συστολές.
Παραδοσιακά ως «αιμορραγία μετά τον τοκετό» (ΑΜΤ), ορίζεται η αιμορραγία με απώλεια 500 mL αίματος και άνω στους διακολπικούς τοκετούς και πάνω από 1000 mL στην καισαρική τομή. Η ΑΜΤ έχει επίσης προσδιοριστεί ως μείωση κατά 10% του αιματοκρίτη, ως ανάγκη για μετάγγιση αίματος μετά από τοκετό ή ως απώλεια αίματος η οποία δύναται να προκαλέσει αιμοδυναμική αστάθεια. Η απώλεια αίματος κατά τις πρώτες 24 ώρες μετά τον τοκετό ορίζεται ως άμεση (πρώιμη) ΑΜΤ, ενώ η όψιμη ΑΜΤ τοποθετείται μετά τις πρώτες 24 ώρες, αλλά μέσα στις 6 εβδομάδες από την ώρα του τοκετού.
Παρά τις βελτιώσεις στη μαιευτική φροντίδα, η ΑΜΤ παραμένει σημαντικός παράγοντας που αυξάνει τη μητρική θνησιμότητα και νοσηρότητα στη σύγχρονη Μαιευτική. Παρ’ όλο που είναι δύσκολο να καθοριστεί η συχνότητα, ένας κοινά παραδεκτός υπολογισμός είναι ότι το 1-10% των κυήσεων επιπλέκεται με ΑΜΤ.
Η ΑΜΤ μπορεί να προκαλέσει σοβαρή θνησιμότητα και νοσηρότητα. Δεδομένα από τις ΗΠΑ το 1995, προσδιόρισαν τη θνητότητα σε 7,1/100.000 γεννήσεις ζώντων νεογνών, τοποθετώντας την ΑΜΤ στην τρίτη θέση των πιο συχνών αιτιών άμεσης μητρικής θνησιμότητας στις προχωρημένες κυήσεις, μετά την εμβολή και την υπερτασική νόσο. Για τους 500.000 μητρικούς θανάτους, που σχετίζονται με την κύηση και συμβαίνουν κάθε χρόνο παγκοσμίως, η ΑΜΤ παραμένει ένα σημαντικό γενεσιουργό αίτιο, αφού συμβάλλει στο 30% από αυτούς, ιδιαίτερα στον αναπτυσσόμενο κόσμο.
Μελέτη που περιελάμβανε περισσότερες από 2.000 γυναίκες στις ΗΠΑ κατέδειξε ότι η μαιευτική αιμορραγία αποτελεί την αιτία για το 13% των μητρικών θανάτων. Πιστεύεται πως η ΑΜΤ είναι η αιτία θανάτου στο 1/3 αυτών των περιπτώσεων. Οι μισοί από το σύνολο των μητρικών θανάτων συμβαίνουν μέσα σε 24 ώρες μετά από τον τοκετό.
Οι βασικές αιτίες της ΑΜΤ είναι τέσσερις. Η συχνότερη αιτία είναι η ατονία της μήτρας, η οποία συμβαίνει στο 80% των περιπτώσεων της ΑΜΤ και ακολουθεί ο τραυματισμός της μήτρας, του τραχήλου ή του κόλπου, η κατακράτηση πλακουντιακού ιστού και η προϋπάρχουσα ή επίκτητη διαταραχή πηκτικότητας του αίματος.
Υπάρχουν αρκετοί παράγοντες που ίσως προδιαθέτουν τις γυναίκες για ΑΜΤ. Ωστόσο, παρόλο που οι παράγοντες κινδύνου μπορεί να αυξάνουν την πιθανότητα εμφάνισης ΑΜΤ και είναι δυνατό να προβλεφθεί η αιμορραγία πριν από τον τοκετό, υπό ορισμένες συνθήκες, τα 2/3 των περιπτώσεων ΑΜΤ εμφανίζονται σε γυναίκες χωρίς προδιαθεσικούς παράγοντες η κατηγοριοποίηση γυναικών σε ομάδες υψηλού κινδύνου που βασίζεται στους παράγοντες κινδύνου δεν έχει μειώσει τη θνησιμότητα που σχετίζεται με ΑΜΤ. Οι παράγοντες κινδύνου για ΑΜΤ μπορεί να σχετίζονται με παράγοντες πριν από τοκετό, κατά τη διάρκεια αυτού και μετά από τον τοκετό.